- ἀπεκλέγομαι
- ἀπεκ-λέγομαι,A pick out and reject, Dsc.1.7, Antip.Stoic.3.252, Arr.Epict.4.7.40.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
απεκλέγομαι — ἀπεκλέγομαι (Α) ξεδιαλέγω, αποχωρίζω τα άχρηστα ή τα περιττά … Dictionary of Greek
λέγω — και λέω (AM λέγω, Μ και λέω) 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ (α. «ο καθένας είπε τις απόψεις του» β. «λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῡ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει», Θουκ. γ. «ἔλεξαν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε», Ξεν.) 2. φρονώ, νομίζω (α. «τί λες… … Dictionary of Greek